Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Konsignationsgeschäft“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Konsignationsgeschäft <-(e)s, -e> SUBST ουδ ΟΙΚΟΝ

Konsignationsgeschäft
Konsignationsgeschäft

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Prinzipiell ist ein Konsignationsgeschäft eine Zusammensetzung von verschiedenen logistischen Vorgängen.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Konsignationsgeschäft" σε άλλες γλώσσες

"Konsignationsgeschäft" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский