Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Haushaltskosten“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Haushaltskosten SUBST πλ

Haushaltskosten ΝΟΜ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Anstelle eines erwarteten Anstiegs der Haushaltskosten von etwa 13 % schaffte er es, die Ausgaben um 6,1 % zu senken.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Haushaltskosten" σε άλλες γλώσσες

"Haushaltskosten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский