Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „soll's“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Soll <-(s), -(s)> [zɔl] SUBST ουδ ΧΡΗΜΑΤΟΠ

sollen <soll, sollte, sollen> [ˈzɔlən] VERB βοηθ ρήμα έγκλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский